Εν μέσω θέρους, με το Π.Δ. 79/2017 η Κυβέρνηση επιχειρεί ένα ακόμα πλήγμα στην παιδεία. Από τη νέα σχολική χρονιά η επιλογή του σημαιοφόρου και των παραστατών θα γίνεται με κλήρωση και όχι με βάση τις επιδόσεις των μαθητών. Η σημασία της ρύθμισης αυτής μπορεί να μην αποτιμάται ως μεγάλη από πολλούς, αλλά αποτελεί μια ακόμη ένδειξη της προσπάθειας σκληρής ιδεολογικοποίησης όλων των τομέων του δημόσιου βίου.
Η «ρετσινιά» της αριστείας έχει γίνει πλέον πάγια πολιτική θέση της Κυβέρνησης και δεν είναι διαπραγματεύσιμη, όπως έγινε σαφές από την πρόσφατη συζήτηση του νομοσχεδίου Γαβρόγλου στη Βουλή. Κατά τη γνώμη μας, όμως, η επιβράβευση της προσπάθειας και της ικανότητας που την ακολουθεί είναι αναγκαία προϋπόθεση για την ανάκαμψη της χώρας σε κάθε επίπεδο. Η αναδιανομή μιζέριας που εφαρμόζει η Κυβέρνηση σε όλους τους τομείς παρεισφρέει και στην παιδεία με αυτή την βίαια εξισωτική ρύθμιση. Επιφέρει, ως συνήθως, ισότητα προς τα κάτω, σύμφωνη με τις ιδεολογικές αναφορές της Κυβέρνησης.
Η ατομική επιτυχία και η διάκριση, την οποία η σημαία συμβολίζει στο μαθητικό μικρόκοσμο, είναι το καλύτερο εργαλείο για την κοινωνική κινητικότητα. Είναι, για πολλούς, το μοναδικό μέσο για την επίτευξη της προσωπικής ευημερίας και συνάμα η πιο δημοκρατική κρίση για το άτομο και τη θέση του στην κοινωνία. Η εν λόγω ρύθμιση βάζει το άτομο σε δεύτερη μοίρα, αφήνοντας το στην τύχη, ανίκανο να πετύχει, να διακριθεί, και τελικά να αξιώσει αυτά για τα οποία μόχθησε.
Συμβολικά, η σημαία ως επιβράβευση έχει έναν επιπλέον ρόλο: απονέμεται σε αυτόν που έχει κριθεί πιο άξιος, ο οποίος ηγείται της παρέλασης, φέροντας το εθνικό σύμβολο για λογαριασμό όλων. Το νέο καθεστώς φαίνεται να αντικατοπτρίζει τη συγκυρία της παρούσας Κυβέρνησης.
Κόντρα στις ιδεοληψίες των κ.κ. Τσίπρα και Γαβρόγλου, η χώρα μας αξίζει ένα πλαίσιο στο οποίο η ικανότητα και η σκληρή δουλειά να αμείβονται και αναγνωρίζονται, σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής.